Απόσπασμα - Αβεβαιότητα

...Έχω την αίσθηση πως με την Α –όπως και με τόσους άλλους θεραπευόμενους– συζητούσαμε επί της ουσίας και ποικιλοτρόπως για την Αβεβαιότητα, για το ότι –όπως, μάλλον άκαιρα, της είχα αναφέρει κάπου– παραμένουμε αθεράπευτα ανθρώπινοι· δε μας μένει παρά να προσανατολιστούμε σε έναν κόσμο, όπως αυτός μας δίνεται. Από μια άποψη –αντλώντας και από τη δική μου εμπειρία ως αναλυόμενος– η ψυχοθεραπεία μού φαίνεται εν πολλοίς μια αγωγή σε έναν τέτοιο τρόπο κατοίκησης του κόσμου· στο πνεύμα του οποίου τα δεδομένα της ζωής παύουν να εκπλήσσουν εκκωφαντικά, να συνταράσσουν. Σκέφτομαι εκ των υστέρων πως οι συναντήσεις μου με την Α ήταν μια σειρά επεισοδίων που απαθανάτιζαν καρέ-καρέ το μετέωρο του βήματός της, καθώς η ίδια εισερχόταν σε μια περίοδο έντονης, ανεπανάληπτης έως τότε, αβεβαιότητας. Απ’ ότι φαίνεται, το να «διαβείς το κατώφλι» μπορεί ορισμένες φορές να πάρει εβδομάδες ή και μήνες, αν όχι περισσότερο. Κάπου εδώ τη βρήκαν οι «κρίσεις πανικού»· σε ένα σημείο καμπής, σε μια ενδιάμεση κατάσταση, σε ένα limbo state μεταξύ της ζωής όπως την ήξερε και του «επέκεινα».

...

Πλέον, η Α παραδέχεται πως δεν αντέχει την αβεβαιότητα – ή καλύτερα, πιο κοντά στην εμπειρία της, το αίσθημα της ανασφάλειας. Ταυτόχρονα, η αβεβαιότητα προτείνεται ποικιλοτρόπως ως αδιαπραγμάτευτο υπαρξιακό δεδομένο – εν ολίγοις βγάζει μάτι και δε λέει να την αφήσει σε ησυχία. Θάνατος λοιπόν, θάνατος παντού. Στους ήχους της νύχτας ακούει τον θάνατο να πλησιάζει. Στο δρόμο, τα βήματα του ξένου είναι αυτά του θανάτου, που έχει έρθει πια για εκείνη. Σαν να ζει σε εμπόλεμη ζώνη. Η αναφορά σε αυτό τη διασκέδασε. Ίσως περιέγραψε γλαφυρά τη στάση της στους δρόμους μιας πόλης που της είναι γνώριμη, αμόλυντη από τραυματικές εμπειρίες, την οποία μάλλον δε θα χαρακτηρίζαμε ως επικίνδυνη· ή ακόμα τη στάση που τηρεί κατά τον ύπνο, όπου κάθε τόσο θα ανοίξει το φακό του κινητού της για να διαγνώσει τον παραμικρό ήχο, παρότι δεν της έχει δοθεί αφορμή άξια λόγου εδώ και χρόνια.

...

Μα έπεφταν πράγματι βόμβες όταν ήταν μικρή, και οι άνθρωποι που θα μπορούσαν να την προστατέψουν ήταν πολύ απασχολημένοι με το να τις ρίχνουν. Τι αντανακλαστικά μπορεί να τις άφησε αυτό; Τι είδους προκατανοήσεις; Πόσο ακατάλληλο και εκτός πλαισίου μου ακούγεται πλέον το ότι τη ρώτησα κάποιους μήνες πριν αν θα μπορούσε να συμφιλιωθεί με την αβεβαιότητα που από φύση αφορά στην ανθρώπινη κατάσταση; Αυτό νομίζω αναδεικνύει την καίρια διαφορά μεταξύ μιας θεωρητικής ή και φιλοσοφικής ιδέας που γίνεται θεραπευτική μπούρδα, από το ιαματικό άκουσμα για το οποίο μιλά η dasein-ανάλυση. Πλέον αναγνωρίζω πως η λέξη αβεβαιότητα ηχεί τελείως διαφορετικά στον νου της θεραπευόμενης απ’ όσο θα μπορούσα να γνωρίζω κατά το χρόνο της άστοχης τοποθέτησης. Πόσο κρίσιμα αλλάζει ο όρος «αβεβαιότητα» όταν παύει να είναι απλά μια έννοια, ένα φιλοσοφικό δάνειο, αλλά αποκαλύπτεται ως εμπειρία, με την ιδιαίτερη υφή και το κλίμα που της προσιδιάζει· όταν, επί της ουσίας, ζωντανεύει. Τελικά, οι πιο απλές, καθημερινές έννοιες του «στοιχειώματος», της «κατάρρευσης», της «εμπόλεμης ζώνης» φάνηκαν να πάλλωνται πιο ζωντανά και να βρίσκονται πιο κοντά στην εμπειρία και την ιδιαιτερότητα της θεραπευόμενης, απ’ ό,τι η μακρύτατη –και, εκ του αποτελέσματος, αναιμική–, γενικότερη κατηγορία της αβεβαιότητας· και ως τέτοιες, η καθεμιά στον καιρό της, λειτούργησαν ως eye-openers...